Αναδημοσιεύουμε από το info war το παρακάτω κείμενο που αναφέρεται στις αντιφασιστικές διαδηλώσεις της 14ης μαρτίου στη Μυτιλήνη και στις αντιδράσεις που αυτές προκάλεσαν.
Το περασμένο Σάββατο [ΣτΕ: 14 Μαρτίου], μία ημέρα μετά την κυβερνητική ανακοίνωση του κλεισίματος μεγάλου μέρους της αγοράς (εστίαση, διασκέδαση κοκ.) και τις συστάσεις #MenoumeSpiti, πραγματοποιήθηκαν δύο πορείες στη Μυτιλήνη. Οι αποφάσεις για την οριστική διεξαγωγή ή ακύρωσή τους πάρθηκαν την προηγούμενη ημέρα, την Παρασκευή. Οι πορείες ήταν αντιφασιστικού χαρακτήρα και κατήγγειλαν με ένταση τις πολιτικές των κέντρων κράτησης και της γκετοποίησης. Οι συγκεκριμένες πορείες δέχτηκαν κριτική από ολόκληρο το εύρος του συντηρητικού, φοβικού, πατριωτικού και εθνικιστικού φάσματος. Αυτό ήταν αναμενόμενο, θα γινόταν ούτως ή άλλως. Ωστόσο, κριτική ασκήθηκε και από ανθρώπους οι οποίοι θα στήριζαν τις πορείες αν δεν υπήρχε το ζήτημα του κοροναϊού, δηλαδή από συντρόφους και συντρόφισσες αυτού του αγώνα. Οι σκέψεις που ακολουθούν απευθύνονται σ’ αυτήν τη δεύτερη κατηγορία ανθρώπων.
Θα μπορούσαμε να κατηγοριοποιήσουμε σε δύο δέσμες τις συντροφικές κριτικές που ασκήθηκαν. Η πρώτη, μπροστά στον πραγματικό κίνδυνο που υπάρχει από την εξάπλωση του κοροναϊού και την απόλυτα κατανοητή ανάγκη περιορισμού της, έθετε υπό αμφισβήτηση την κοινωνική υπευθυνότητα των ανθρώπων που συμμετείχαν στις πορείες («είστε ανεύθυνοι/ες σε σχέση με τον κοροναϊό»). Η δεύτερη, σε άμεση συνάρτηση με την πρώτη, αφορούσε τις συνέπειες που θα μπορούσε να έχει για την ευρύτερη αντιφασιστική δυναμική η σύνδεση των πορειών με ζητήματα κοινωνικής ευθύνης όπως προκύπτουν από τον δημόσιο διάλογο για τον κοροναϊό («κάνετε ζημιά στο αντιφασιστικό κίνημα»). Το ζήτημα του κοροναϊού και της διαχείρισής του είναι κρίσιμο και τα κριτικά επιχειρήματα που αρθρώθηκαν ήταν σοβαρά και ακούστηκαν. Δεν τα αμφισβητώ, οπότε δεν τα επαναλαμβάνω. Το #MenoumeSpiti θεμελιώνεται επάνω σε κατανοητές ανάγκες. Ωστόσο, η ένταση με την οποία αρθρώθηκαν σε πάρα πολλές περιπτώσεις αυτά τα επιχειρήματα δείχνει μια έλλειψη πολιτικής ψυχραιμίας ή/και μια αντιληπτική απόσταση από το στενότερο πλαίσιο εντός του οποίου ελήφθησαν οι αποφάσεις των πορειών. Στο βαθμό που ισχύει αυτό, οι σκέψεις που ακολουθούν δεν αντιμετωπίζουν τα κριτικά αυτά επιχειρήματα, αλλά προσπαθούν να τα συμπληρώσουν, αποκαλύπτοντας κάποιες από τις διαστάσεις του ιδιαίτερου Λεσβιακού πλαισίου.
#MenoumeMoria
Το πρώτο – και μέχρι σήμερα μοναδικό – εντοπισμένο κρούσμα κοροναϊού στο Πλωμάρι εμφανίστηκε σε μια συνθήκη κατά την οποία περισσότερο από το 1/4 του πληθυσμού του νησιού διαμένει στο ΚΥΤ Μόριας, είτε μέσα είτε περιμετρικά, παστωμένο σε απάνθρωπες και εξευτελιστικές συνθήκες διαβίωσης. Δηλαδή, για το 1/4 του πληθυσμού, το #MenoumeSpiti και οι συστάσεις υγειονομικής υπευθυνότητας και αποφυγής συγχρωτισμού ακούγονται ως κακόγουστο αστείο. Τα πογκρόμ εις βάρος εργαζομένων σε ΜΚΟ που προηγήθηκαν (και συνεχίζουν) έχουν οδηγήσει σε αναστολή μεγάλου μέρους της ανθρωπιστικής δραστηριότητας αυτών των οργανώσεων. Ανεξάρτητα από το πώς τοποθετούμαστε σε σχέση με τον βιοπολιτικό και τον οικονομικό ρόλο της ανθρωπιστικής βιομηχανίας, η συγκεκριμένη εξέλιξη έχει επιπτώσεις στην – ήδη ανεπαρκή – κάλυψη βασικών αναγκών αυτής της πληθυσμιακής μερίδας. Καλώς ή κακώς, η κάλυψη αυτών των αναγκών δόθηκε νεοφιλελεύθερα και σχεδόν με εργολαβικό τρόπο σε ΜΚΟ και αυτή η άτακτη απομάκρυνση από το πεδίο, σε συνδυασμό με την έμφαση στην αποτροπή και την περαιτέρω υπονόμευση των πολιτικών πρόνοιας, εκθέτει τον πληθυσμό εντείνοντας τους σχετικούς κινδύνους και, επομένως, τις σχετικές ανησυχίες.
Η 1η Μαρτίου είναι μια ημερομηνία ορόσημο για δύο λόγους. Πρώτον, ακυρώθηκε το δικαίωμα αίτησης ασύλου για τον κόσμο που εισέρχεται στη χώρα απ’ αυτήν την ημερομηνία και έπειτα. Δεύτερον, με μια αυθαίρετη απόφαση που ελήφθη σε σύσκεψη στην οποία συμμετείχαν ο βουλευτής της ΝΔ, ο περιφερειάρχης, ο δήμαρχος του Δήμου Μυτιλήνης και ο κοινοτάρχης του χωριού της Μόριας, διαμορφώθηκε ένας ιδιαίτερος διαχωρισμός μεταξύ των δύο δήμων του νησιού. Οργανώθηκαν πολιτοφυλακές στο όριο των δήμων με σκοπό τον έλεγχο των ανθρώπων που μετακινούνται από τον ένα δήμο στον άλλον και την παρεμπόδιση της μεταφοράς στο Δήμο Μυτιλήνης ανθρώπων που έφτασαν σε παραλίες του Δήμου Δυτικής Λέσβου (το ΚΥΤ Μόριας βρίσκεται στον Δήμο Μυτιλήνης). Είχε προηγηθεί ο εμπρησμός του Stage II στη Σκαμιά, όπου άλλοτε διανυκτέρευαν οι νεοαφιχθέντες μέχρι να μεταφερθούν στη Μόρια. Αυτές οι εξελίξεις είχαν ως αποτέλεσμα να σταματήσει η μεταφορά ανθρώπων στο ΚΥΤ Μόριας. Όσοι άνθρωποι φτάνουν μετά την 1η Μάρτη στον Δήμο Μυτιλήνης διαμένουν υπό ένα ιδιότυπο καθεστώς κράτησης είτε στο λιμάνι είτε σε ένα μεταγωγικό πλοίο, ενώ όσοι φτάνουν στον Δήμο Δυτικής Λέσβου διαμένουν υπαίθρια σε διάσπαρτες ομάδες σε περιοριστική αστυνομική ή λιμενική φύλαξη, ενίοτε και με την παρουσία της Frontex. Σε κάποιες περιπτώσεις επιτρέπεται να προσεγγίσουμε τους νεοαφιχθέντες, ενώ σε άλλες όχι. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να τους προσεγγίσουν εργαζόμενοι και εθελοντές των ΜΚΟ, παρά μόνο η Ύπατη (η Ύπατη δεν εντάσσεται στις ΜΚΟ). Στα σημεία που επιτρέπεται η προσέγγιση, είναι εμφανείς η έλλειψη μέριμνας γι’ αυτούς τους ανθρώπους και η έκθεσή τους σε ποικίλους κινδύνους (έχουν στηθεί λίγες σκηνές και πολλοί κοιμούνται έξω στο κρύο, η τροφοδοσία τους σε φαγητό είναι ανοργάνωτη, δεν υπάρχουν τουαλέτες και είδη πρώτης ανάγκης, δεν μπορούν να φορτίσουν τα κινητά τους και να επικοινωνήσουν με τους δικούς τους, δεν είναι ενημερωμένοι, δεν έχουν παροχές υπηρεσιών υγείας, κοκ.).
Άραγε, πόσο εύκολα τηρείται το #MenoumeSpiti όταν από το παράθυρό σου κοιτάζεις δίπλα στο σπίτι σου τη μαζική εξαθλίωση; Το ερώτημα δεν απευθύνεται σε ανθρώπους που θα έκλειναν τα παντζούρια, αλλά σε ανθρώπους που έχουν καταγγείλει επανειλημμένως τη συνθήκη αορατότητας αυτών των ανθρώπων. Υπό τις συνθήκες που περιγράφω, η ευκολία απάντησης του ερωτήματος #MenoumeSpiti ή όχι αρχίζει να περιορίζεται, το δίλημμα αρχίζει και αποκτά άλλη βιωματική ένταση, το ζήτημα της δημόσιας υγείας, πλέον, παύει να τίθεται αμιγώς με όρους ατομικής και κοινωνικής ευθύνης, από τη μια, και με όρους κυβερνητικών μέτρων ενίσχυσης του δημόσιου συστήματος υγείας, από την άλλη. Η παράμετρος της μαζικής εξαθλίωσης «στη γειτονιά» μπασταρδεύει την ευκρίνεια των παραπάνω όρων. Οι αποφάσεις των πορειών πάρθηκαν ακριβώς πάνω στην αντίφαση που δημιουργείται μεταξύ της απόλυτα κατανοητής παραίνεσης #MenoumeSpiti και της εξίσου σοβαρής πραγματικότητας #MenoumeMoria (#DenExoumeSpiti). Έτσι, η δύσκολη απόφαση για τις πορείες δεν ελήφθη από ανθρώπους κοινωνικά ανεύθυνους, αλλά από ανθρώπους οι οποίοι βιώνουν αυτήν την αντίφαση. Ωστόσο, παραμένει ένα ερώτημα: Γιατί πορείες; Γιατί μαζική συνάθροιση; Εδώ χρειάζεται μια σύντομη ανασκόπηση.