Ο γράφων σ' αυτό το κείμενο θυμάται τον εαυτό του το 1992. Ο γράφων ήταν τότε 13 ετών και παραθέριζε σε κατασκήνωση. Η κατασκήνωση λεγόταν "τα γλαράκια". Εδραζόταν στο Σούνιο. Ο γράφων πέρναγε εξαιρετικά στην παιδική κατασκήνωση. Πήγαινε εκεί για τρία συνεχόμενα καλοκαίρια.
Ένα πρωί, την τρίτη χρονιά, στις έξι, ο αρχηγός της κατασκήνωσης οργάνωσε εκδρομή σε βουνό πλησίον της κατασκήνωσης για να δουν και απολαύσουν τα παιδάκια την ομορφιά του ξυπνήματος της φύσης. Ανεβήκαμε την ανηφόρα με μεγάλη χαρά ανάμεσα στα δέντρα και τα τιτιβίσματα των πουλιών. Ο γράφων, ακόμα αναζητά με κάθε ευκαιρία να μυρίσει τις μυρωδιές του πρωινού στο βουνό. Δεν υπάρχει τίποτα πιο ολοκληρωμένο από αυτό!
Ο γράφων θυμάται τον αρχηγό της κατασκήνωσης που οργάνωσε αυτή την καταπληκτική εκδρομή, σημείο αναφοράς για τον γράφοντα, θυμάται λοιπόν 30 χρόνια μετά τον αρχηγό της κατασκήνωσης "τα γλαράκια", στο Σούνιο, να δείχνει στα παιδάκια ένα νησί απέναντι και να τους λέει:
"Αυτό το νησί απέναντι λέγεται Μακρόνησος. Πολύς κόσμος παλιά έφαγε ψωμί εκεί και έγινε χρήσιμος στην κοινωνία".