Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2020

Λάβαμε

 Σε ποιά υγειά μας ρε παιδιά;

Η άσφαλτος πάγωσε. Τα βράδια μείναν άδεια από την ηχώ των χτεσινών μας αναμνήσεων. Η όρεξη για το σήμερα χάθηκε μπροστά στο φοβισμένο αύριο. Ο χρόνος δεν ξεκινά παρά μόνο τελειώνει, πιο νωρίς απ’όσο αναμενόταν. Η συνήθεια της επιβολής έγινε η επιβολή της συνήθειας. Πόσες βδομάδες μείναν για να χαρακτηριστούν κι αυτές κρίσιμες; Μια ίσον καμία, δυαδικοί αριθμοί, ο νόμος των τριών, τέσσερα επί τέσσερα, κάλλιο πέντε και στο χέρι, έξι έξι έξι, εφτά ζωές, εννιά έχει ο μήνας και πάλι απ’ την αρχή, το μηδέν που δεν είναι ποτέ εντελώς μηδέν κι όμως στο τέλος αυτό μόνο θα μείνει.

Νιώθουμε ότι γεμίζουμε μπαταρίες, ενώ ουσιαστικά τις αδειάζουμε. Πιστεύαμε στην αρχή ότι όλα γίνονται για το καλό αυτών που τελικά βρήκαν το κακό τους. Νομίζαμε ότι θα έρθουν να μας σώσουν λευκές στολές και ήρθαν τελικά σκούρες μπλε με κράνη. Πως πραγματικά μπερδέψαμε το ψέμα τους με την αλήθεια μας; Ποιες αγωνίες είναι εντελώς δικές μας; Για ποιο φόβο γίνονται όλα;

Αργά ή γρήγορα, μεθοδικά ή ακανόνιστα, με άγχος ή με αποφασιστικότητα, τη μέρα ή τη νύχτα, φωναχτά ή σιωπηλά, με επιχειρήματα ή με διαταγές, αυτοί μιλούν. Ορίζουν τη νέα πραγματικότητα που δεν χρειάζεται τροφή για σκέψη, τέχνη για άρνηση, χώρο για ζύμωση, μόνο δουλειά, εκκλησία, μαμ, κακά και νάνι. Με μόνη απάντηση να μας μένει η κατάφαση, το χειροκρότημα στους ευγενείς και ζάπλουτους χορηγούς μας, η ήπια αποδοχή των σκεπτικών, η συγκατάβαση, η προσμονή ότι όλα θα πάνε στο τέλος καλά, όπως ακριβώς μας λένε. Καταλήγουμε να βλέπουμε σαν τους γονείς μας το Στην υγειά μας ρε παιδιά σε διάφορες παραλλαγές σε παρόμοια κανάλια νομίζοντας ότι είμαστε υγιείς και ασφαλείς, χαρούμενοι και ευδιάθετοι, ενώ γινόμαστε ολοένα και πιο καταθλιπτικοί, πιο ανασφαλείς, πιο άρρωστοι, σχεδόν ανίατοι μέσα στην ανιαρή ζωή μας.

Αν όμως κρέμεται στα χείλη ένα ερώτημα; Ένα ερώτημα ανάμεσα σε τόσα, πότε θα το ξεστομίσουμε αν όχι τώρα; Πότε ή ποτέ; Ένα απλό ερώτημα για αρχή. Ένα μόνο…

Μπάμπης Κολτράνης