λάβαμε από τον Γ.
Νομίζω ότι δε θα ξεχάσω ποτέ πως την πρώτη μέρα υποχρεωτικής ανεργίας έκανε πολλή ζέστη για την εποχή. Μάλιστα θυμάμαι ότι με είχε κάψει ο ήλιος. Είχα περάσει αρκετή ώρα στο δρόμο εκείνο το Σάββατο. Πήγαμε σε μια πολυπληθή για τα δεδομένα της πόλης αντιφασιστική πορεία, εγώ και ένας νάνος δεκατριών μηνών. Μετά κάποιος κόσμος της Μυτιλήνης χαρακτήρισε ανεύθυνους, ηλίθιους και επικίνδυνους τους συμμετέχοντες, εμένα δηλαδή, ο νάνος απαλλάσσεται. Tο πλήθος, σημείωναν, θα έσπερνε τον τρισκατάρατο κωρονοϊό στην κοινωνία του νησιού. Η ιστορία, αμείλικτη όπως πάντα, έναν μήνα μετά, αποδεικνύει ότι αυτή η κριτική ήταν έωλη. Η Λέσβος έχει ελάχιστα θύματα του ιού. Όμως, σε πόσα άραγε ακόμα μέρη του πλανήτη, η καραντίνα εγκαινιάστηκε με μια διαδήλωση;
Τέσσερις εβδομάδες και μισή, καραντίνας. Η Μόρια αποκλεισμένη. Η προκυμαία, εξαιρώντας τις τελευταίες μέρες, θύμιζε μόνιμα Γενάρη. Όντας μια στιγμή παγκόσμιας παράλυσης, απαγόρευσης των μετακινήσεων και ελέγχου του πληθυσμού η ζωή στο νησί μοιάζει πλεονέκτημα. Εδώ, όσες και όσοι φτάσουν είναι μετρημένα, άρα ελέγξιμα κουκιά. Έχω την αίσθηση ότι η αστυνομία είναι ελαστική γιατί η κατάσταση είναι οριοθετημένη. Για να ισχύει βέβαια το πλεονέκτημα συνεπάγεται Χαρτιά, λευκό δέρμα, σπίτι και λεφτά για να ζεις.
Για ένα φίλο που έχει ζήσει τις απαγορεύσεις και την επιτήρηση παλαιότερων εποχών, η τωρινή κατάσταση φαίνεται ως μια καλή ευκαιρία να μάθει ο κόσμος να κινείται στην παρανομία. Σε προσωπικό επίπεδο, όταν ο νάνος με βγάζει βόλτα, η σκέψη ότι μπορεί να μου ζητήσουν στοιχεία και εξηγήσεις κάποιες φορές με αποτρέπει να περπατήσω στην προκυμαία. Τότε μου έρχονται τα λόγια του φίλου και, έστω για το πείραμα, χωρίς χαρτάκι ή sms βγαίνω για περίπατο στα στενά της Χρυσομαλλούσας. Ποντάρω στην αδιαφορία της ΕΛ.ΑΣ για την περιοχή. Δεν έχω πέσει καμιά μέρα έξω.
Αρκετές βόλτες τις κάνω εκεί. Χαζεύω. Ένα κομμάτι γης ανάμεσα στη γραφική, άλλοτε χαώδη άλλοτε ρυθμική, παλιά πόλη της Μυτιλήνης και τα αρχοντικά της Σουράδας. Γη επικλινής ώστε από τα εργατικά της να φαίνεται ευκρινώς η θάλασσα. Εκεί τελειώνει, σβήνει σα μουσικό έργο. Ένα στενό μετά οι μεζονέτες περιφερειακά της Ακαδημίας. Περπατάω μέσα σε μια ακόμα σφραγίδα αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας της μεταπολεμικής Ελλάδας, εδώ, στην αιολική γη.
Βλέπω πολλά μπαλκόνια. Σκέφτομαι, η ζωή βρίσκεται πίσω από τις μπαλκονόπορτες. Η απουσία της στο δρόμο, τα έτσι κι αλλιώς απόντα καταστήματα, τα πολλά παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Όλα εντείνουν την αίσθηση μιας πόλης κοιμητήριο. Η γειτονιά των περαστικών θα έλεγε κανείς. Έρχονται μόνο για ύπνο, έτσι μοιάζει. Ξέρω κόσμο που τη χαρακτηρίζει αδιάφορη, άσχημη, απεχθή, πηγμένη και τσιμεντένια. Η γειτονιά που θυμίζει ηπειρωτική Ελλάδα. Η συνοικία με τα ελάχιστα καφέ και ταβέρνες, των φροντιστηρίων, των απρόσμενων υπηρεσιών και καταστημάτων, των θέσεων πάρκινγκ και του τσιγάρου στο μπαλκόνι. Ζωηρή γειτονιά, στο πάρκο της Ασκληπιού έπαιζε φάση πριν το Χαρδαλιά, ξεχασμένοι οι τοίχοι της από τις αφίσες, ξεχασμένοι οι δρόμοι της από τους κατοίκους.
Αυτές οι μέρες οι άδειες από συμβάντα και κίνηση ταιριάζουν γάντι σε μια βόλτα στη Χρυσομαλλούσα. Ευκαιρία για ενδοσκόπηση, αναλύω το χρόνο σε δραστηριότητες, την ανταλλακτική αξία, περπατάω ανάμεσα σε μπαλκόνια και παράθυρα συλλογίζομαι την αξία του μπαλκονιού για τη ζωή αυτού του τόπου μισό και βάλε αιώνα τώρα. Το μοναδικό μέσο για να θυμούνται οι άνθρωποι των πόλεων, ότι υπάρχει η φύση και οι κανόνες της. Μέσα στην μεγάλη διακοπή βλέπω τη ζωή από έξω. Τη βλέπω σε καραντίνα, πληκτική και ανιαρή ίσως αλλά πλούσια σε περιεχόμενο και ανεξάντλητη, όπως η φαντασία. Βλέπω τις προσόψεις της Χρυσομαλλούσας, σαν να ακούω ξανά τις λέξεις προστασίας από τον ιό και βαριέμαι ίσως, όμως υπολογίζω τον κόσμο που πέρασε και ζει ακόμα, τρέμω. Πόσα όνειρα; Και αναρωτιέμαι, πώς έχει καταφέρει ο άνθρωπος να θέλει τόσο να βλέπει τη ζωή του από το παράθυρο.
Αυτές οι μέρες μοιάζουν με τη Χρυσομαλλούσα. Η ζωή έχει πάρει το χαρακτήρα αυτού του τσιμεντένιου λεκέ. Έχει σταματήσει ένα μεγάλο μέρος της οικονομικής δραστηριότητας. Για την ώρα μοιάζει με παρένθεση, όπως οι πολυκατοικίες στη νησιωτική επαρχία. Όσο εξωφρενικό ακούγεται άλλο τόσο λειτουργεί, μια βόλτα στη γειτονιά των διαμερισμάτων, βοηθάει το μυαλό να μελετήσει τη φύση αυτής της, ας το πούμε παρένθεσης στη ζωή.
Νομίζω ότι δε θα ξεχάσω ποτέ πως την πρώτη μέρα υποχρεωτικής ανεργίας έκανε πολλή ζέστη για την εποχή. Μάλιστα θυμάμαι ότι με είχε κάψει ο ήλιος. Είχα περάσει αρκετή ώρα στο δρόμο εκείνο το Σάββατο. Πήγαμε σε μια πολυπληθή για τα δεδομένα της πόλης αντιφασιστική πορεία, εγώ και ένας νάνος δεκατριών μηνών. Μετά κάποιος κόσμος της Μυτιλήνης χαρακτήρισε ανεύθυνους, ηλίθιους και επικίνδυνους τους συμμετέχοντες, εμένα δηλαδή, ο νάνος απαλλάσσεται. Tο πλήθος, σημείωναν, θα έσπερνε τον τρισκατάρατο κωρονοϊό στην κοινωνία του νησιού. Η ιστορία, αμείλικτη όπως πάντα, έναν μήνα μετά, αποδεικνύει ότι αυτή η κριτική ήταν έωλη. Η Λέσβος έχει ελάχιστα θύματα του ιού. Όμως, σε πόσα άραγε ακόμα μέρη του πλανήτη, η καραντίνα εγκαινιάστηκε με μια διαδήλωση;
Τέσσερις εβδομάδες και μισή, καραντίνας. Η Μόρια αποκλεισμένη. Η προκυμαία, εξαιρώντας τις τελευταίες μέρες, θύμιζε μόνιμα Γενάρη. Όντας μια στιγμή παγκόσμιας παράλυσης, απαγόρευσης των μετακινήσεων και ελέγχου του πληθυσμού η ζωή στο νησί μοιάζει πλεονέκτημα. Εδώ, όσες και όσοι φτάσουν είναι μετρημένα, άρα ελέγξιμα κουκιά. Έχω την αίσθηση ότι η αστυνομία είναι ελαστική γιατί η κατάσταση είναι οριοθετημένη. Για να ισχύει βέβαια το πλεονέκτημα συνεπάγεται Χαρτιά, λευκό δέρμα, σπίτι και λεφτά για να ζεις.
Για ένα φίλο που έχει ζήσει τις απαγορεύσεις και την επιτήρηση παλαιότερων εποχών, η τωρινή κατάσταση φαίνεται ως μια καλή ευκαιρία να μάθει ο κόσμος να κινείται στην παρανομία. Σε προσωπικό επίπεδο, όταν ο νάνος με βγάζει βόλτα, η σκέψη ότι μπορεί να μου ζητήσουν στοιχεία και εξηγήσεις κάποιες φορές με αποτρέπει να περπατήσω στην προκυμαία. Τότε μου έρχονται τα λόγια του φίλου και, έστω για το πείραμα, χωρίς χαρτάκι ή sms βγαίνω για περίπατο στα στενά της Χρυσομαλλούσας. Ποντάρω στην αδιαφορία της ΕΛ.ΑΣ για την περιοχή. Δεν έχω πέσει καμιά μέρα έξω.
Αρκετές βόλτες τις κάνω εκεί. Χαζεύω. Ένα κομμάτι γης ανάμεσα στη γραφική, άλλοτε χαώδη άλλοτε ρυθμική, παλιά πόλη της Μυτιλήνης και τα αρχοντικά της Σουράδας. Γη επικλινής ώστε από τα εργατικά της να φαίνεται ευκρινώς η θάλασσα. Εκεί τελειώνει, σβήνει σα μουσικό έργο. Ένα στενό μετά οι μεζονέτες περιφερειακά της Ακαδημίας. Περπατάω μέσα σε μια ακόμα σφραγίδα αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας της μεταπολεμικής Ελλάδας, εδώ, στην αιολική γη.
Βλέπω πολλά μπαλκόνια. Σκέφτομαι, η ζωή βρίσκεται πίσω από τις μπαλκονόπορτες. Η απουσία της στο δρόμο, τα έτσι κι αλλιώς απόντα καταστήματα, τα πολλά παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Όλα εντείνουν την αίσθηση μιας πόλης κοιμητήριο. Η γειτονιά των περαστικών θα έλεγε κανείς. Έρχονται μόνο για ύπνο, έτσι μοιάζει. Ξέρω κόσμο που τη χαρακτηρίζει αδιάφορη, άσχημη, απεχθή, πηγμένη και τσιμεντένια. Η γειτονιά που θυμίζει ηπειρωτική Ελλάδα. Η συνοικία με τα ελάχιστα καφέ και ταβέρνες, των φροντιστηρίων, των απρόσμενων υπηρεσιών και καταστημάτων, των θέσεων πάρκινγκ και του τσιγάρου στο μπαλκόνι. Ζωηρή γειτονιά, στο πάρκο της Ασκληπιού έπαιζε φάση πριν το Χαρδαλιά, ξεχασμένοι οι τοίχοι της από τις αφίσες, ξεχασμένοι οι δρόμοι της από τους κατοίκους.
Αυτές οι μέρες οι άδειες από συμβάντα και κίνηση ταιριάζουν γάντι σε μια βόλτα στη Χρυσομαλλούσα. Ευκαιρία για ενδοσκόπηση, αναλύω το χρόνο σε δραστηριότητες, την ανταλλακτική αξία, περπατάω ανάμεσα σε μπαλκόνια και παράθυρα συλλογίζομαι την αξία του μπαλκονιού για τη ζωή αυτού του τόπου μισό και βάλε αιώνα τώρα. Το μοναδικό μέσο για να θυμούνται οι άνθρωποι των πόλεων, ότι υπάρχει η φύση και οι κανόνες της. Μέσα στην μεγάλη διακοπή βλέπω τη ζωή από έξω. Τη βλέπω σε καραντίνα, πληκτική και ανιαρή ίσως αλλά πλούσια σε περιεχόμενο και ανεξάντλητη, όπως η φαντασία. Βλέπω τις προσόψεις της Χρυσομαλλούσας, σαν να ακούω ξανά τις λέξεις προστασίας από τον ιό και βαριέμαι ίσως, όμως υπολογίζω τον κόσμο που πέρασε και ζει ακόμα, τρέμω. Πόσα όνειρα; Και αναρωτιέμαι, πώς έχει καταφέρει ο άνθρωπος να θέλει τόσο να βλέπει τη ζωή του από το παράθυρο.
Αυτές οι μέρες μοιάζουν με τη Χρυσομαλλούσα. Η ζωή έχει πάρει το χαρακτήρα αυτού του τσιμεντένιου λεκέ. Έχει σταματήσει ένα μεγάλο μέρος της οικονομικής δραστηριότητας. Για την ώρα μοιάζει με παρένθεση, όπως οι πολυκατοικίες στη νησιωτική επαρχία. Όσο εξωφρενικό ακούγεται άλλο τόσο λειτουργεί, μια βόλτα στη γειτονιά των διαμερισμάτων, βοηθάει το μυαλό να μελετήσει τη φύση αυτής της, ας το πούμε παρένθεσης στη ζωή.